Η ύπαρξη των λεγόμενων «γλυκοαίματων» αποδείχτηκε επιστημονικά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την προτίμηση που έχουν σε αυτούς τα κουνούπια. Ο «αδύναμος κρίκος» των ενοχλητικών εντόμων είναι η όσφρηση, η οποία έχει την ικανότητα να ξεχωρίζει τις διαφορετικές χημικές ουσίες που υπάρχουν στο σώμα κάθε ανθρώπου. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι τα κουνούπια αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους σαν perfume bar. Διαλέγουν τις καλύτερες μυρωδιές, εντοπίζοντάς τες στον ιδρώτα, και επιλέγουν ποιου ανθρώπου το αίμα θα πιουν.
Η επιστημονική επιβεβαίωση, λοιπόν, ότι πράγματι τα κουνούπια έχουν προτιμήσεις θα οδηγήσει τώρα στην αναζήτηση νέων, εξειδικευμένων εντομο-απωθητικών, τα οποία όχι μόνο θα τα απωθούν με άσχημη οσμή, αλλά παράλληλα θα μπλοκάρουν την όσφρησή τους, ώστε να μην μπορούν να επιλέξουν τους «γλυκοαίματους». Αυτό θα έχει κι ένα γενικότερο αποτέλεσμα, καθώς με μειωμένη ή καθόλου όσφρηση τα κουνούπια δεν θα έχουν πια «τιμόνι» για να βρουν τροφή.
Η διαδικασία δημιουργίας εντομο-απωθητικών ικανών να φέρουν αυτό το αποτέλεσμα θα χρειαστεί πέντε με δέκα χρόνια. Και όταν ολοκληρωθεί, δεν θα βοηθήσει μόνο εκείνους που τυγχάνουν της «προτίμησης» των εντόμων αυτών, αλλά και εκατομμύρια άλλους που κινδυνεύουν από τη μάστιγα της ελονοσίας. Αφού τα κουνούπια δεν θα μπορούν να μυρίσουν το αίμα, δεν θα βρίσκουν εύκολα το στόχο τους, οπότε θα μειωθεί και η δυνατότητά τους να μεταδίδουν τον ιό της ασθένειας, η οποία είναι η κυρίαρχη από τις ασθένειες που απειλούν την ανθρώπινη ζωή.
Σύμφωνα, τέλος, με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, τα εν λόγω εντομο-απωθητικά θα έχουν υγρή μορφή ή μορφή τζελ και οι χρήστες θα τα απλώνουν στο δέρμα τους, δημιουργώντας μια ασπίδα προστασίας από τα κουνούπια.