Ένας από τους πλέον αγαπημένους τραγουδοποιούς και ερμηνευτές, ο Νίκος Παπάζογλου έχασε την Κυριακή τη μάχη με την επάρατη νόσο σε ηλικία 63 ετών. Ο γνωστός τραγουδοποιός άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του, ενώ μία εβδομάδα πριν είχε βγει από το νοσοκομείο, καθώς τα τελευταία δύο χρόνια «πάλευε» με τον καρκίνο. Πριν από ένα μήνα, είχε πεθάνει και ο καλός του φίλος και συνεργάτης εδώ και πολλές δεκαετίες, Μανώλης Ρασούλης.
Ήταν μία από τις πλέον ιδιαίτερες φωνές της ελληνικής μουσικής. Εξαιρετικά βαθιά, γνώριμη για τον λυγμό της και άκρως χαρακτηριστική για το χρώμα της, μας έκανε να τον αγαπήσουμε και δημιουργήθηκε μια μοναδικά ερωτική σχέση με το κοινό του.
H κηδεία θα γίνει τη Δευτέρα, στις 16:00, από τον Ιερό Ναό του Αγ. Θεράποντα, της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη.
Το ξεκίνημα της μουσικής του πορείας
Ο Νίκος Παπάζογλου γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1948, στη Θεσσαλονίκη απ΄ όπου ξεκίνησε τη σημαντική πορεία του στα μουσικά πράγματα της χώρας.
Δημιούργησε «σχολή» με το ύφος του, τη γνωστή σχολή της Θεσσαλονίκης. Γέννημα θρέμμα της πόλης όπου γεννήθηκε, άρχισε την συστηματική ενασχόλησή του με τη μουσική στα τέλη της δεκαετίας του '60.
Σε ένα μικρό στούντιο γράφει τα πρώτα του τραγούδια και κάποια από αυτά τραγουδιούνται από τον Πασχάλη, τον οποίο αντικατέστησε στους Olympians για να κάνει τη στρατιωτική του θητεία!
Οι αρχές της δεκαετίας του '70 τον βρίσκουν στο Aαχεν της Γερμανίας με το θεσσαλονικιώτικο συγκρότημα ZEALOT (Ζηλωτής), επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1977 συμμετέχει στην παράσταση "Αχαρνής ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια", γεγονός που τον φέρνει σε επαφή με τους Διονύση Σαββόπουλο και Μανώλη Ρασούλη. Με αφορμή αυτή την παράσταση κυκλοφορεί ο ομώτιτλος δίσκος στον οποίο επίσης συμμετείχε.
Δυο χρόνια μετά, οι τρεις τους και ο Νίκος Ξυδάκης δημιουργούν αυτό που έμελλε να αφήσει σφραγίδα στη νεοελληνική μουσική σκηνή, το δίσκο «Η εκδίκηση της Γυφτιάς». Τραγούδια όπως μεταξύ άλλων ήταν τα «Τρελλή κι αδέσποτη», «Κανείς εδώ δεν τραγουδά» αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν όσο λίγα.
Παράλληλα έχει δημιουργήσει με προσωπική εργασία και μεράκι το γνωστό στούντιο Αγροτικόν στην Κάτω Τούμπα της Θεσσαλονίκης ενώ παράλληλα το 1979, συμμετέχει στο «Δήθεν» των Ξυδάκη - Ρασούλη, στο οποίο τραγουδά μαζί με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και τη Σοφία Διαμαντή.
Το 1983 παρουσιάζει το άλμπουμ «Χαράτσι», ο οποίο σφραγίζει την ελληνική μουσική των νεοτέρων χρόνων. Δουλειά σταθμός που επηρεάζει την ελληνική μουσική σκηνή και κυρίως νεότερους δημιουργούς. Στο «Χαράτσι» ο Νίκος παντρεύει τη ροκιά με το "αχ", το μπαγλαμαδάκι με την ηλεκτρική κιθάρα και το τσέλο με το μπουζούκι σε ένα εκπληκτικό άκουσμα, αποδεικνύοντας πως ότι είναι γνήσιο δεν έχει όρια και κανονισμούς.
Στο εσωτερικό αυτής της δουλειάς ο ίδιος σημειώνει:
«Η μουσική μας παιδεία, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, είναι ένας κυκεώνας και φαίνεται αυτό στη μουσική που συνθέτουμε, φαίνεται και στις επιλογές μας όταν η ανάγκη και η ευκολία μας θέτουν μπροστά σε εκβιαστικά διλήμματα, οπόταν και αναγκαζόμαστε να πάρουμε θέση. Πάντως όποια απόφαση και να πάρουμε, προδίδουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας, γιατί τα ετερόκλητα μας συνιστούν. Η αγάπη είναι ισχυρότερο πράγμα από τη διαφορά, το ζήτημα είναι να συγκεράσουμε τις μουσικές μας αντιθέσεις, που είναι και οι δικές μας αντιθέσεις, σ' ένα μεικτό και νόμιμο μουσικό είδος».
Το μήνυμα του Νίκου βρήκε χιλιάδες αποδέκτες, αν κρίνει κανείς το γεγονός ότι εκτός από την αρχική κυκλοφορία του, επανακυκλοφορεί στην αγορά (cd) το 1988 και το 1996!
Δεκάδες τα τραγούδια που έχουν συνδεθεί με τον Νίκο Παπάζογλου, από τον «Αύγουστο» και τον «Υδροχόο» έως τα «Λεμόνι στην πορτοκαλιά» του Μανώλη Ρασούλη και της Βάσως Αλαγιάννη, το «Χαράτσι» του Σιμώτα (στίχος) και τα «Καρυάτιδα», «Στάλα-στάλα», «Με το τραγούδι», «Ευχή», έως τα «Χθες βράδυ», «Πέρασα έτσι», «Χτυπάει τηλέφωνο».
Εκτός όμως από τις προσωπικές του δουλειές, τον συναντάμε στη «Ρεζέρβα» (1984) και στο «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» (1986) του Σαββόπουλου. Επίσης στο «Πότε Βούδας πότε Κούδας» δίσκος του Μ. Ρασούλη (1986) όπου τραγουδά το ομότιτλο κομμάτι. Αλλά και στο «Σείριο υπάρχουνε παιδιά» του Χατζιδάκι το 1988.
Στο δίσκο «Ολοι δικοί μας είμαστε» με τους Μ. Ρασούλη, Χ. Νικολόπουλο και Π. Τερζή και στο "Σκόρπια 1" του Μ. Ρασούλη με τη Γλυκερία.
Παράλληλα κυκλοφορούν και οι δικοί του δίσκοι «Μέσω νεφών" το 1986 και «Σύνεργα» το 1991. Την ίδια χρονιά 30 Σεπτέμβρη 1991 ηχογραφεί και κυκλοφορεί την «Επιτόπιος Ηχογράφηση» από το θέατρο του Λυκαβηττού.
Το 1995 κυκλοφορεί το «Όταν κινδυνεύει παίξε την πουρούδα» (πουρούδα: στα κυπριακά το κλάξον του ποδηλάτου).
Ολες οι δουλειές του έχουν ηχογραφηθεί στο ΑΓΡΟΤΙΚΟΝ με την ετικέτα «Στρόγγυλοι δίσκοι».
Αξιες αναφοράς είναι και οι συνεργασίες του (στις περισσότερες είχε την επιμέλεια) με το Μανώλη Λιδάκη, τη Γλυκερία, τη Χορωδία Αιγαίου, τη Σαραγούδα Γιασεμή, το Λουδοβίκο των Ανωγείων, τη Νένα Βενετσάνου, τη Λιζέτα Καλημέρη, κ.α.
Ο Νίκος στηρίζει τη μουσική με το δικό του τρόπο, δίνοντας ευκαιρίες σε καλλιτεχνικά διαμάντια σαν τον Σωκράτη Μάλαμα, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τις Μικρές Περιπλανήσεις, τον Ορφέα Περίδη, τη Μελίνα Κανά και αρκετούς άλλους.
Παράλληλα τα καλοκαίρια με το συγκρότημα τη Λοξή Φάλαγγα, έδινε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα με ίδιο (θετικό) με τον κόσμο να μην τον αφήνει ποτέ μόνο του. Παράλληλα ο ίδιος είχε κρατήσει μια στάση σεμνή απέφευγε την δημοσιότητα, τις συνεντεύξεις χωρίς ουσιαστικό λόγο εμμένοντας κυρίως στο έργο του.