Η ταινία ''Μαύρη Αφροδίτη'', που προβάλλεται και στην χώρα μας, έκανε γνωστή την ιστορία της στο ευρύ κοινό. Η Saartjie Baartman απο τη φυλή Khoishan στη Νότιο Αφρική έγινε γνωστή όσο ζούσε το ''τσίρκο'' του πολιτισμένου κόσμου. Αλλά το πιο σοκαριστικό κομμάτι της ιστορίας της ξεκινάει μετά θάνατον...
Η έννοια της ''δουλείας'' στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν κάτι απολύτως φυσιολογικό. Η Αφρική ήταν σταθερά η ''δεξαμενη'' των δούλων για τους ''πολιτισμένους'' λευκούς αποίκους της Μαύρης Ηπείρου. Η μοίρα της Saartjie Baartman έμοιαζε προδιαγεγραμμένη από την πρώτη μέρα που είδε το φως εν έτει 1770. Σαν ένα εφιαλτικό παραμύθι που στο τέλος ζούμε μόνο εμείς καλύτερα...
Μικρό κοριτσάκι η οικογένειά της την πουλάει σκλάβα στον Πιέτερ Σεζάρ, έναν λευκό έμπορο από το Κέηπ Τάουν. Όταν η εφηβεία της χτυπάει την πόρτα το ''παραμύθι'' παίρνει μία περίεργη τροπή... Η Saartjie Baartman ανακαλύπτει ότι ξεχωρίζει από τις άλλες σκλάβες και μαζί το ανακαλύπτει και το αφεντικό της. Η έφηβη Saartjie πάσχει από στεατοπυγία (διογκωμένους γλουτούς) και μακρονυμφία (ασυνήθιστα μεγάλα γεννητικά όργανα), γενετικά χαρακτηριστικά που δεν είναι ασυνήθιστα στις γυναίκες της φυλής της.
Η Saartjie όμως έχει βρεθεί στο λάθος μέρος... Το αφεντικό της βλέπει σ' αυτήν ένα ''προϊόν''. Η Saartjie μπορεί να γίνει στα χέρια ''έκθεμα'' που θα του χαρίσει μια περιουσία.
Το 1810 η 40χρονη πλέον Saartjie φτάνει στην Αγγλία συνοδεία του αφεντικού της Πιέτερ Σεζάρ και ενός Σκωτσέζου χειρουργού, του Αλεξάντερ Ντούνλοπ. Και το show ξεκινάει...
Τα δύο αφεντικά της την σέρνουν από πανηγύρι σε πανηγύρι εκθέτοντας στο ζητωκραυγάζον πλήθος το αλλόκοτο σώμα της. Στις 28 Νοεμβρίου του 1810 η Νοτιοαφρικάνικη Ένωση παρεμβαίνει και κατηγορεί τον Σεζάρ για δουλεμπόριο. Η κατηγορία όμως καταρρέει όταν η ίδια η Saartjie (άγνωστο εάν το κάνει με τη βούληση της) δηλώνει στο Ανώτατο Δικαστήριο ότι είναι απολύτως ευχαριστημένη από την τωρινή της κατάσταση και δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη Νότιο Αφρική.
Τέσσερα χρόνια αργότερα - και αφού με την πίεση του Ντούνλοπ έχει βαπτιστεί χριστιανή - η Saartjie ταξιδεύει μάλλον συνοδεία του Σεζάρ, που ωστόσο έχει αλλάξει μέχρι τότε την ταυτότητά του, στο Παρίσι. Δίνει παραστάσεις στο παλάτι και φιλοξενείται κοντά στα Ανάκτορα.
Η απαγωγή της από έναν θηριοδαμαστή, τον Riaux, το 1815 θα τη μετατρέψει σε ''ατραξιόν'' της υψηλής κοινωνίας του Παρισιού, αλλά ταυτόχρονα θα τραβήξει τα βλέμματα της επιστημονικής κοινότητας πάνω της. Ο Riaux επιτρέπει σε έναν διακεκριμένο ανατόμο της εποχής, τον Georges Cuvier, να μελετήσει τη Saartjie στο εργαστήριό του για τρεις μέρες. Εκείνη, παρά τις πιέσεις των επιστημόνων, αρνείται να δείξει τα γεννητικά της όργανα.
Την ίδια χρονιά η καριέρα της Saartjie συνεχίζεται σε διάφορα φτηνά music halls, ενώ σταδιακά βυθίζεται και στην πορνεία. Τελικά πεθαίνει ταλαιπωρημένη από πνευμονία και ένα αφροδίσιο νόσημα.
Όπως όμως επισημάναμε και στην αρχή, το πλέον ενδιαφέρον και σοκαριστικό κομμάτι της ιστορίας της μόλις αρχίζει... Μία ''κατεστραμμένη'' ζωή άλλωστε δεν αποτελεί κάτι το αξιοπερίεργο. Τι συμβαίνει όμως όταν η σορός της κομματιάζεται για να μετατραπεί σε μουσειακό έκθεμα στα μάτια ''πεινασμένων'' επισκεπτών του 20ου αιώνα;
Μετά τον θάνατό της το άψυχο σώμα της Saartjie γίνεται αντικείμενο επιστημονικής έρευνας από τον Cuvier, ο οποίος το 1817 αποφαίνεται: ''Δεν έχω δει ποτέ ένα ανθρώπινο κρανίο που να μοιάζει τόσο πολύ με το κρανίο ενός πιθήκου.''
Ο σκελετός της και βάζα που περιέχουν το μυαλό και το αιδοίο της μεταφέρονται στο Μουσείο του Ανθρώπου του Παρισιού και εκτίθενται μέχρι το 1976! Μιλάμε για 35 χρόνια πριν από σήμερα... Μπορεί εν τω μεταξύ η ''δουλεία'' να έχει περάσει στην ιστορία, μπορεί η Γαλλία να έχει συναντηθεί με τη Δημοκρατία, μπορεί να έχει μεσολαβήσει ο Μάης του '68 και όλα τα κινήματα αμφισβήτησης, αλλά το αιδοίο της Saartjie εκτίθεται ως ''ατραξιόν'' στο Μουσείο του Ανθρώπου της Πόλης του Φωτός...
Τότε μόνο αποφασίζεται να αποσυρθεί ό,τι απέμεινε από τη Saartjie από τις βιτρίνες του Μουσείου και να φυλαχθούν σε μία αποθήκη. Ακόμη όμως και το 1994, όταν οι ηγέτες της φυλής Khoishan θα απαιτήσουν από τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της Νοτιοαφρικάνικης Ένωσης, Nelson Mandela, να ζητήσει την επιστροφή των λειψάνων της Saartjie στην πατρίδα της, η Γαλλία αρνείται το αίτημα και η ιατρική κοινότητα επικροτεί.
Θα χρειαστεί να φτάσουμε στο 2002, όποτε ο ''μεγάλος περίπατος'' της Saartjie θα λάβει πια τέλος με τα λείψανά της να θάβονται στην γεννέτειρά της. Η παραχώρηση των λειψάνων της είναι μία ευγενική δωρεά των γαλλικών αρχών προς τη Νοτιοαφρικάνικη Ένωση, στο πλαίσιο του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας..
Γελοιογραφία της εποχής που σατίριζε τη «Μαύρη Αφροδίτη».
Βασιλική Ακαδημία Ιατρικής, 1817. Ο γάλλος ανατόμος Ζορζ Κουβιέ παρουσιάζει στους συναδέλφους του το ακριβές ομοίωμα μιας μαύρης γυναίκας από τη Ν. Αφρική. Η γυναίκα αυτή, που όταν ζούσε ονομαζόταν Σάαρτζι Μπάρτμαν αλλά έμεινε γνωστή ως «Hottentot Venus» (Αφροδίτη των Οτεντότων), είχε τεράστιους γλουτούς (στεατοπυγία) και υπερμεγέθη γεννητικά όργανα που κατέληγαν σε δύο αποφύσεις (μακρονυμφία).
Τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά της κατέπληξαν όχι μόνο την ιατρική κοινότητα, αλλά και τη λονδρέζικη και την παριζιάνικη κοινωνία, με αποτέλεσμα η άτυχη γυναίκα να περάσει όλη της τη ζωή είτε ως αξιοπερίεργο «ζώο» ενός πλανόδιου τσίρκου, είτε ως «εξωτικό» ερωτικό αντικείμενο, είτε ως ιατρικό «φαινόμενο», ζώντας συνεχή ταπείνωση. Η συγκλονιστική αυτή ιστορία έγινε ταινία από τον Γαλλοτυνήσιο Αμπντελατίφ Κεσίς («Κους-κους με φρέσκο ψάρι») που παρακολουθεί με ευαισθησία την ιστορία της και δεν διστάζει να σοκάρει τον θεατή με σκληρές σκηνές.
Στη «Μαύρη Αφροδίτη» (από την Πέμπτη στα σινεμά), η Μπάρτμαν, ακριβώς όπως συνέβη και στην πραγματικότητα, «εργάζεται» για τον Νοτιοαφρικανό Σεζάρ, ο οποίος περιφέρει τη γυναίκα αυτή σε λονδρέζικα πανηγύρια. Η ηρωίδα (Γιαχίμα Τόρες) εμφανίζεται μέσα σε κλουβί να μουγκρίζει και να τρώει από το χέρι του «θηριοδαμαστή» της, ενώ εκείνος προτρέπει το κοινό να την αγγίζει στους γλουτούς ώστε να βεβαιωθεί πως αυτοί είναι αληθινοί. Μετά το τέλος της παράστασης συνειδητοποιούμε πως η κοπέλα, που βρίσκει καταφύγιο στο αλκοόλ, υποχρεώνεται να παίζει αυτόν τον ρολο από το αφεντικό της. Ο Σεζάρ την εκμεταλλευόταν ήδη από την εποχή που ζούσαν στη Ν. Αφρική. Κι όμως η Μπάρτμαν χάνει μια μεγάλη ευκαιρία: σε μια δίκη όπου ο Σεζάρ κατηγορείται ως δουλέμπορος, η ίδια καταθέτει πως όλα γίνονται με τη συναίνεσή της.
Αυτή είναι λίγο πολύ και η πραγματική ιστορία της Σάαρτζι Μπάρτμαν, η οποία, στο Παρίσι πλέον, αρνείται πεισματικά να αποκαλύψει τα γεννητικά της όργανα στην Ιατρική Ακαδημία και τον διακεκριμένο ανατόμο Κουβιέ. Τελικά πέφτει και πάλι στα χέρια ενός παρουσιαστή άγριων θηρίων και περιφέρεται στη γαλλική υψηλή κοινωνία ως σεξουαλικό αξιοπερίεργο. Γρήγορα θα καταλήξει σε οίκο ανοχής και το 1815 θα πεθάνει, μόνη, από φυματίωση και αφροδίσια νοσήματα. Μόνο τότε ο Κουβιέ καταφέρνει να μελετήσει το νεκρό σώμα της, που, αφού πρώτα αποτέλεσε τη βάση για ένα γύψινο ομοίωμα, ακρωτηριάστηκε. Διάφορα εκμαγεία της Σάαρτζι, ο σκελετός της και βάζα που περιείχαν το μυαλό και το αιδοίο της, παρουσιάζονταν σε κοινή θέα στο Μουσείο του Ανθρώπου στο Παρίσι μέχρι το 1976! Μόλις το 2002, μετα από αίτημα ετών του Μαντέλα, το λείψανό της θάφτηκε στη Ν. Αφρική.
To τρέϊλερ της ταινίας Μαύρη Αφροδίτη που ήδη παίζεται στους κινηματογράφους
Ηδη στην εποχή της, η Μαύρη Αφροδίτη διακωμωδήθηκε σε κόμικ αλλά και σε παραστάσεις βοντβίλ. Γιατί όμως λεγόταν Αφροδίτη των Οτεντότων; Οι Οτεντότοι (έτσι χαρακτήριζαν, με περιφρονητικό τρόπο, οι Ευρωπαίοι των αρχών του 20ού αιώνα τη φυλή Κόι) είναι μια φυλή κτηνοτρόφων της Νότιας Αφρικής. Η πρόωρη και δυσανάλογη ανάπτυξη και οι ογκώδεις γλουτοί ήταν ένα φυσικό χαρακτηριστικό ιδίως των γυναικών της φυλής. Θεωρούνταν μάλιστα σημάδι ομορφιάς. Με το πέρασμα του χρόνου το χαρακτηριστικό αυτό εξαφανίστηκε.
Ο Κουβιέ υπογράμμισε τις ομοιότητες του εγκεφάλου της Μπάρτμαν με αυτόν του ουραγκοτάγκου, αναπτύσσοντας μια από τις θεωρίες οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη. Την εποχή εκείνη η Μπάρτμαν παρείχε στους επιστήμονες «τον χαμένο κρίκο στην αλυσίδα της ανθρώπινης ύπαρξης», αναδεικνύοντας, όπως υποστήριζαν τότε, «το καθοριστικό σκαλοπάτι μεταξύ ανθρώπου και ζώου»...
Στο βιβλίο «Black Venus: Sexualised Savages, Primal Fears and sexual savages in French» (εκδόσεις Paperback) η φεμινίστρια συγγραφέας Τ. Ντένεαν Σάρπλεϊ Γουάιτινγκ επισημαίνει πως το μοντέλο της Μαύρης Αφροδίτης (με την έννοια της αφρικανής γυναίκας που ξυπνάει ερωτικούς συνειρμούς στους δυτικούς) κυριαρχεί σε πολλά κείμενα γάλλων λογοτεχνών του 19ου αιώνα. Ομως, ενώ υπάρχει ολόκληρος κλάδος σπουδών που μελετά τις απεικονίσεις του «μαύρου» στη γαλλική λογοτεχνία (εξετάζοντας για παράδειγμα την «εμμονή» των Γάλλων για το θέμα ήδη από τον Μεσαίωνα), ελάχιστοι έχουν καταπιαστεί με τους τρόπους απεικόνισης της μαύρης (ή μουλάτας) γυναίκας.
Η μελετήτρια φέρνει τρανταχτά παραδείγματα: Μποντλέρ, Μπαλζάκ, Μοπασάν, Ζολά, Ντε Πον, Λοτί. Ο Εμίλ Ζολά στο μυθιστόρημά του «Τερέζα Ρακέν» αντιπαραβάλλει το μοντέλο της λευκής Ευρωπαίας με αυτό της μαύρης Αφρικανής που εμφανώς ρέπει προς την πορνεία (κι όμως, μελέτες απέδειξαν πως πολύ λιγότερες Αφρικανές ήταν όντως πόρνες στο Παρίσι της εποχής του Ζολά). Ο Μποντλέρ στα «Ανθη του κακού» είναι επηρεασμένος από τη μουλάτα ερωμένη του Ζαν Ντιβάλ, όμως η «Ωραία Δωροθέα» της συλλογής του «Μικρα ποιήματα σε πεζό» είναι μια πόρνη από μια γαλλική αποικία η οποία καθρεφτίζει την Σ. Μπάρτμαν. Ο Μοπασάν («Boitelle») αναρωτιέται κατά πόσον ένας λευκός άνδρας μπορεί να αγαπήσει μια μαύρη γυναίκα. Και ο Γκασπάρ ντε Πον υποβιβάζει την πολύπλευρη ηρωίδα «Ουρίκα» της Κλερ ντε Ντιράς σε σεξουαλικό αντικείμενο («Ουρίκα, η Αφρικανή»).
Η αλήθεια είναι, σημειώνει η μελετήτρια, πως οι λογοτέχνες του 19ου αιώνα προσπαθούν να βάλουν σε βολικά «κουτάκια» τις Αφρικανές που τότε κατέκλυσαν τη Γαλλία λόγω της άνθησης του δουλεμπορίου. Οι γυναίκες αυτές ελκύουν και ταυτόχρονα φοβίζουν τους Γάλλους, που προσπαθούν να δαμάσουν τη «διαφορετικότητά» τους. Ετσι, η μεγάλη πλειονότητα των λογοτεχνών του 1800 παρουσιάζουν τη μαύρη γυναίκα ως μια σεξουαλικά άγρια πόρνη ή σκλάβα του σεξ, τροφοδοτώντας έτσι τις συλλογικές αντρικές φαντασιώσεις της εποχής (και όχι μόνο)...