Alan Parsons Project
Ημερομηνία Πέμπτη, 30 Σεπ 2004 @ 08:00 Θέμα/Κατηγορία Μουσικά νέα - Συναυλίες - Δισκογραφία
Αποστολέας LavantiS
Στο νέο του άλμπουμ, με τίτλο A Valid Path, ο Alan Parsons δηλώνει τη στροφή του προς τον ηλεκτρονικό ήχο, στροφή που επισφραγίζεται και από τις συνεργασίες του με μια σειρά από μεγάλα ονόματα της διεθνούς ηλεκτρονικής σκηνής, όπως οι The Crystal Method, οι Shpongle και οι Uberzone! Επίσης, σημαντική και η εμφάνιση ως guest του κιθαρίστα των Pink Floyd, David Gilmour.
Σύμφωνα με τον Parsons, “η μουσική βιομηχανία αλλάζει και νιώθω την ανάγκη να κατακτήσω ένα διαφορετικό είδος κοινού, διατηρώντας ωστόσο την ταυτότητά μου. Η ηλεκτρονική μουσική είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη σκηνή αυτή τη στιγμή και απολαμβάνω την επαφή μου με νέους ανθρώπους και νέες τεχνολογίες”.
Γεννημένος στη Μεγ. Βρετανία το Δεκέμβρη του 1948, ο Alan Parsons ανακάλυψε νωρίς την αγάπη του για τη μουσική γενικά, αλλά και το ειδικότερο ενδιαφέρον του για την τεχνολογία του ήχου. Εκτός από τις κλασσικές σπουδές του στο πιάνο και το φλάουτο, φρόντισε ως κάθε έφηβος που σέβεται τον εαυτό του, να τζαμάρει με την κιθάρα του σόλο ή ως μέλος σε διάφορες σχολικές μπάντες της εποχής.
Η καριέρα του ωστόσο ξεκίνησε από τις εγκαταστάσεις αντιγραφής της EMI στο δυτικό Λονδίνο. Την περίοδο εκείνη βρισκόταν στο στούντιο το master copy του θρυλικού άλμπουμ των Beatles, “Sgt. Pepper's Lonely Heart's Club Band”, που υπήρξε ουσιαστικά το έναυσμα για την απόφασή του να ασχοληθεί με την παραγωγή και την ηχογράφηση. Οπως λέει και ο ίδιος, “ανυπομονούσα να ανακαλύψω τα μυστικά του άλμπουμ. Με άφησε κυριολεκτικά άφωνο το ταλέντο των Beatles αυτό καθ’ αυτό, όσο και η δουλειά που γινόταν στα παρασκήνια, στο στούντιο”.
Ηταν η τέλεια συγκυρία. Εβαλε μια αγγελία στα τότε όχι και τόσο διάσημα όπως σήμερα Abbey Road Studios και ο δρόμος άνοιξε διάπλατα. Γρήγορα απέκτησε πολύτιμη εμπειρία, δουλεύοντας σε άλμπουμ όπως το Let it Be, το περίφημο Apple rooftop session αλλά και το Abbey Road Album (που αν και κυκλοφόρησε πριν το Let it be, ωστόσο ηχογραφήθηκε αργότερα), αφήνοντας την προσωπική του σφραγίδα στον ήχο της μεγαλύτερης ίσως rock’n’roll μπάντας του πλανήτη, έστω και με την ιδιότητα του βοηθού ηχολήπτη! Αλλωστε, αυτή η εμπειρία ήταν που τον οδήγησε κατευθείαν δίπλα στον Paul Mc Cartney, με τον οποίο πλέον συνεργάστηκε στενότατα στα άλμπουμ Wings Wild Life και Red Rose Speedway, συμπεριλαμβανομένων και των singles “Hi Hi Hi” και “C Moon”. Ο ίδιος λέει “δεν θα μπορούσα να ζητήσω ιδανικότερες συνθήκες – εξάλλου δεν έχουν και πολλοί τεχνικοί την ευκαιρία να συνεργαστούν με τη μεγαλύτερη ροκ μπάντα όλων των εποχών”. Περίπου την ίδια εποχή, εργάστηκε επίσης τόσο ως βοηθός ηχολήπτη ως και ως υπεύθυνος μίξης στο “All Things Must Pass” του George Harrison...
Μετά την εμπειρία της συνεργασίας του με τους Beatles, τον βρίσκουμε πίσω από διάφορες επιτυχίες με μπάντες όπως οι The Hollies, (“He Ain't Heavy He's My Brother”, “The Air That I Breathe” κ.α.), με τη φήμη του όμως να εκτοξεύεται και να καθιερώνεται μετά τους Pink Floyd και το Dark Side Of The Moon, που του χάρισε και την πρώτη από τις πολλές υποψηφιότητες για Γκράμι που ακολούθησαν.
Πολυσχιδής και ανήσυχη προσωπικότητα, καθώς είναι, ο Parsons πέρασε γρήγορα και στο χώρο της παραγωγής, δουλεύοντας με μπάντες όπως οι Pilot, οι Cockney Rebel και ο John Miles, καθώς και τρία άλμπουμ με τον Al Stewart. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τα hit singles “Year Of The Cat” και “Time Passages”. Κάπου τότε είναι που όλη αυτή η ενασχόλησή του με θεματικά άλμπουμ μετασχηματίζεται στην ιδέα να προχωρήσει σε κάτι δικό του, οπότε και ενώνει δυνάμεις με τον συνθέτη και μάνατζερ Eric Woolfson, και γεννιούνται οι Alan Parsons Project. Ενα ντουέτο άμεσα επηρεασμένο από τους Floyd, με μια προσήλωση στις ορχηστρικές συνθέσεις και τον πρώιμο ηλεκτρονικό ήχο.
Το σχήμα, μολονότι ο Parsons έπαιζε περιστασιακά keyboards και ακόμη σπανιότερα έκανε ο ίδιος φωνητικά για τους δίσκους του - υπήρξε ουσιαστικά από την αρχή πέρασμα για μια σειρά από τραγουδιστές και σεσιονίστες μουσικούς – ανάμεσά τους ο Arthur Brown, το πρώην μέλος των Zombies Colin Bluntstone, ο Steve Harley των Cockney Rebel, ο Allan Clarke των Hollies και ο κιθαρίστας τους, Ian Bairnson.
Το ντεμπούτο τους γίνεται το 1976, με ένα άλμπουμ που από τότε φιγουράρει σε όλες τις ενημερωμένες δισκοθήκες, το “Tales of Mystery and Imagination”, μια συλλογή – φόρος τιμής στο έργο του ποιητή Εντγκαρ Αλαν Πόε. Αντιστοίχως, η επιστημονική φαντασία του Ισαάκ Ασίμωφ αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για το “I Robot”, που ακολούθησε αμέσως μετά, το 1977, ενώ η επιτυχία του τρίτου άλμπουμ, “Pyramid”, το 1978, τον στέλνει για μερικά χρόνια στο Μονακό, γεγονός που επηρεάζει άμεσα το ύφος του “The turn of a friendly card”, ένα άλμπουμ διαλογισμού με θέμα τον τζόγο (!), όπως το έχουν οι ίδιοι χαρακτηρίσει, και το οποίο ηχογραφήθηκε το 1980 στο Παρίσι. Από το εν λόγω άλμπουμ προέκυψαν δύο Top 20 hit singles, τα “Games People Play” και “Time”. Το 1982, και αφού ο Parsons έχει επιστρέψει στην Αγγλία, κυκλοφορεί το “Eye in the sky”, το πιο πετυχημένο εμπορικά άλμπουμ τους μέχρι σήμερα, το οποίο φτάνει μέχρι το νούμερο 3 των τσαρτ, με το αντίστοιχο single.
Ακολουθούν τα εξίσου εμπορικά άλμπουμ “Ammonia Avenue” (1984), “Vulture Culture” (1985), “Stereotomy” (1986) και “Gaudi” (1987), για να φτάσουμε στο 1990 και το μουσικό θεατρικό έργο “Freudiana”, το οποίο ανέβηκε για 1 ολόκληρο χρόνο στο ιστορικό Theater An Der Wien, στη Βιέννη.
Αυτή η τελευταία καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία σημαίνει και το τέλος των Alan Parsons Project, αφού ο Alan και ο Eric αποφασίζουν να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους, με τον Eric να αφοσιώνεται στο μουσικό θέατρο και τον Parsons να ξεκινά τις συναυλίες και τις περιοδείες, πάντα έχοντας ως άξονα την ηχογράφηση θεματικών δίσκων, «συμφωνικής ροκ μουσικής».
Μαζί με τους παλιούς συνεργάτες του, τον κιθαρίστα Ian Bairnson και τον ντράμερ Stuart Elliott, κυκλοφόρησε τα άλμπουμ Try Anything Once (1994), On Air (1996), και τέλος το The Time Machine, το 1999. Στο ενδιάμεσο, οι αποκαλούμενοι πλέον “Alan Parsons Live Project” έχουν πραγματοποιήσει δεκάδες sold-out συναυλίες ανά την υφήλιο, ενώ ο ίδιος ο Parsons έχει εμφανιστεί live μαζί με ονόματα όπως ο Ringo Starr, o Jon Anderson, ο Alice Cooper, ο John Entwistle και η Ann Wilson.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πλέον αναγνωρίσιμο κομμάτι αυτής της περιόδου, το “Sirius”, είναι ο ύμνος της ομάδας μπάσκετ των Chicago Bulls, κι έχει ακουστεί σε αναρίθμητα παιχνίδια του NBA, ενώ ο Puff Daddy το επέλεξε ως τη ραχοκοκαλιά του πλατινένιου του άλμπουμ, The Saga Continues. Το 2000, επίσης, συμπεριλήφθηκε σ’ ένα ντοκυμανταίρ της IMAX για το αστέρι του αμερικανικού μπάσκετ, Michael Jordan.
O Parsons ζει σήμερα στη Σάντα Μπάρμπαρα, στην Καλιφόρνια, μαζί με τη γυναίκα του Λίζα και τις δύο νεαρές κόρες τους, Ταμπίθα και Μπρίτνι, τέσσερις γάτες, τέσσερα ινδικά χοιρίδια, ένα κουνέλι κι ένα τεράστιο Λαμπραντόρ, τον ... Χάροου!
O Alan Parsons έρχεται στην Ελλάδα για 2 εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στις 9 και 10 Οκτωβρίου, αντίστοιχα.
9 Οκτωβρίου, Gagarin 205 Live Music Space
10 Οκτωβρίου, Έντεχνο FiX
|