Βρισκόμαστε στην Chinatown της Ν. Υόρκης. Στo κτίριο της γωνίας Mott και Broome αν ανοίξεις την γεμάτη graffiti πόρτα κι ανέβεις τη σαπισμένη σκάλα, θα βρεθείς στο μέρος όπου οι Bravery πέρασαν τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής τους κάνοντας σχέδια και δουλεύοντας με πάθος το τελευταίο τους άλμπουμ. Πότε-πότε επιχειρούσαν να παίξουν τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας στα στέκια της πόλης.
Η πρώτη τους απόπειρα ήταν στο “The Stinger Club” του Brooklyn το 2003. Δώδεκα μήνες αργότερα, το όνομά τους είχε διαδοθεί σε όλη την ανατολική πλευρά. Εκείνη την περίοδο, οι Bravery (ο τραγουδιστής/κιθαρίστας Sam Endicott, o Michael Zakarin-κιθάρα, ο μπασσίστας Mike H., o John Conway στα keyboards και ο ντράμερ Anthony Burulcich), καλλιεργούσαν τον ήχο τους προς μια κατεύθυνση σκοτεινής garage-electro και ταυτόχρονα φρόντιζαν να μάθουν όλοι περί ποίους πρόκειται.
Όπως εξηγεί ο Sam το όνομα Bravery υποδηλώνει τη γενικότερη στάση ζωής που έχουν απέναντι στα πράγματα και συνεχίζει παρατηρώντας ότι όλοι οι άνθρωποι της γενιάς του αναρωτιούνται τί κάνουν με τις ζωές τους. Όλοι πιστεύουν ότι δεν αξίζουν τίποτα κι ότι δεν καταλήγουν πουθενά. Βυθίζονται σε αυτές τις σκέψεις κάτι που ο Sam έχει βαρεθεί να ακούει και σε καμμία περίπτωση δεν ασπάζεται.
Το όνομά τους συνδέεται επίσης με το ότι ζουν στη Ν. Υόρκη αυτούς τους χαλεπούς καιρούς. Οι άνθρωποι, εξηγεί, περιμένουν μονίμως ότι κάτι κακό θα συμβεί. Ο ίδιος λέει: «Έγραψα αυτά τα τραγούδια κι δημιούργησα αυτό το συγκρότημα ώστε να μην με καταβάλλει αυτός ο διάχυτος φόβος. Γι’ αυτό υπάρχει αυτό το συγκρότημα ... να στεκόμαστε όρθιοι και να μην φοβόμαστε».
Ο Sam γεννήθηκε στην Maryland και έχει σαφώς επηρρεαστεί από την post-punk σκηνή που έκανε έντονη την παρουσία της στην περιοχή που μεγάλωσε. Πήγαινε κι έβλεπε συγκροτήματα όπως οι Fugazi και Jawbox και είχε εντυπωσιαστεί από την όλη παρουσία τους. Πολύ σύντομα υιοθέτησε πολλά στοιχεία από τη δική τους φιλοσοφία και τα διοχέτευσε στους Bravery. Oι Bravery κάνουν τα πάντα – φτιάχνουν τον δίσκο, τα γραφικά, τα βίντεο ... όλα. Ξέρουν ακριβώς τί θέλουν και πώς να το πετύχουν.
Ο Sam παραδέχεται ότι δεν του αρέσει η mainstream μουσική καθόλου. Όταν ακούει ράδιο ή παρακολουθεί MTV, το 99% εξ αυτών είναι σα να ακούει το air-conditioner όταν λειτουργεί, ή ακόμα χειρότερα ένα σεσουάρ. Καθώς μεγάλωνα υπήρχαν βέβαια συγκροτήματα όπως οι Nirvana και οι Jane’s Addiction. «Αυτές οι μπάντες εξυψώνουν τον πολιτισμό. Δεν υπάρχει λόγος να στοχεύεις σε κάτι λιγότερο από αυτό», αναφέρει ο Sam.
Κάτι το οποίο μας προβληματίζει είναι γιατί οι Bravery ακούγονται ηλεκτρονικοί, αφού όλα τα συγκροτήματα που τους αρέσουν είναι punk κιθαριστικές μπάντες. Ο Sam δεν μπορεί επακριβώς να εντοπίσει το λόγο. «Θέλαμε απλά να κάνουμε κάτι το διαφορετικό», εξηγεί.
Φυσικά, οι προϋποθέσεις που ηχογράφησαν το άλμπουμ (το μεγαλύτερο μέρος του δημιουργήθηκε στο δωμάτιο του Sam με Radio Shack mics και ένα παλιό iMac) και το γεγονός ότι ο καλύτερος φίλος του Sam, o John Conway είναι εντελώς παθιασμένος με τα αναλογικά του keyboards προφανώς είναι κάποια στοιχεία που τους βοήθησαν να διαμορφώσουν το προσωπικό τους ηχητικό αποτέλεσμα.
Οι Bravery έχουν υπογράψει στην βρετανική Loog και στην Island Def Jam της Αμερικής. Το πρώτο τους άλμπουμ θα κυκλοφορήσει το Μάρτη και το “Uncoditional” –που κάνει ντεμπούτο στα ελληνικά ραδιόφωνα αυτές τις μέρες-είναι το πρώτο δείγμα αυτής της δουλειάς.