Fado - αφιέρωμα στην Αμάλια Ροντρίγκες
Δευτέρα, 13 Σεπ 2004 @ 11:00
Mουσική : Μουσικά νέα - Συναυλίες - Δισκογραφία
«Το fado είναι όλα όσα λέω και όλα όσα δεν μπορώ να πω...», έλεγε ο Aribal Nazare Carvalho. Θα το γνωρίσουμε μέσα από την μαγική φωνή της Κριστίνα Μπράνκο και αρκετών ακόμα μουσικών και τραγουδιστών που θα προσπαθήσουν να παρουσιάσουν αποσπάσματα από την καριέρα της Αμάλια Ροντρίγκες. Σκοπός του αφιερώματος που αποτελεί μια ολοκληρωμένη παράσταση κι έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, είναι να παρουσιαστούν διάφορες φάσεις της ζωής και της καριέρας της μεγάλης ντίβας της Πορτογαλίας που συνέδεσε την ζωή της με το Fado.
Θα τραγουδήσουν η Κριστίνα Μπράνκο, η Τζοάνα Αμεντοέϊρα, η Μαρία Αμέλια Προένκα αλλά και η αδελφή της Αμάλια Ροντρίγκες, η Σελέστ Ροντρίγκες σε μια ίσως από τις πιο συγκινητικές στιγμές της βραδιάς. Την Τετάρτη 15 και την Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου ο Λυκαβηττός γίνεται καράβι και μας ταξιδεύει στην χώρα των θαλασσοπόρων και των εξερευνητών. Στην Πορτογαλία και τα υγρά σοκάκια της Λισσαβόνας, στην Πορτογαλία της Αμάλια Ροντρίγκες...
Fado…
Η κοινή γλώσσα της αφρικανικής διασποράς ήταν πάντα το blues. Το blues, όμως, που δεν νοείται ως καθαρό μουσικό ιδίωμα αλλά ως πάμπολλες εκδοχές μιας γλώσσας που εξέφρασε την ιστορία αυτής της διασποράς: Από τη ψυχή εκείνων που ως σκλάβοι υποχρεώθηκαν να οικοδομήσουν τον Νέο Κόσμο μέχρι όσους αναγκάστηκαν να ζήσουν στα ερείπια που άφησε πίσω του το τέλος της αποικιοκρατίας. Τα blues του Μισισιπή, το κουβανέζικο son, το αφροπερουβιάνικο lando, η τζαμαϊκανική reggae, το βραζιλιάνικο saudade, η morna του Πράσινου Ακρωτηρίου, το νιγηριανικό juju και το πορτογαλέζικο fado είναι μερικές από τις μουσικές εκφάνσεις που μοιάζουν μέσα στη διαφορετικότητά τους. Παρά το γεγονός ότι η Πορτογαλία εγκατέλειψε και τις τελευταίες αποικίες της στην Αφρική στα μέσα της δεκαετίας του '70, η παρακμή της ως αποικιοκρατικής δύναμης μετράει από τα μέσα του 19ου αιώνα. Στα 1822 έχασε την Βραζιλία. Το fado έκανε την ανεπίσημη πρεμιέρα του ελάχιστα χρόνια αργότερα μέσα από το τραγούδι της Μαρία Σεβέρα, στην Αλφάμα, μια από τις πιο κακόφημες, φτωχές και υποβαθμισμένες γειτονιές της Λισσαβόνας. Το τραγούδι αυτό ακούστηκε στην αρχή σαν ένα «θυελλώδες ερωτικό τραγούδι» και πολεμήθηκε ως επικίνδυνο για τα χρηστά ήθη της εποχής. Το fado όμως δεν ήταν παρά το απόσταγμα της καλλιτεχνικής έκφρασης μιας υπό διαμόρφωση κοινωνίας που άρχιζε να πληρώνει τη μεγαλομανία της αποικιοκρατίας. Οι κουλτούρες των αποικιών έπαιρναν κατά ένα τρόπο την εκδίκησή τους. Αυτή η καινούργια μουσική που κρατούσε μέσα της κρυμμένα τα χρώματα της μουσικής των αποικιών έδενε τέλεια με την τεράστια λογοτεχνική παράδοση της μητρόπολης, μια παράδοση που πολλές από τις πρώην αφρικανικές αποικίες χρησιμοποίησαν ως όπλο στη διάρκεια των απελευθερωτικών τους αγώνων. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού οι πολιτισμοί αυτοί είχαν συμβιώσει για περισσότερο από πέντε αιώνες. Η επίσημη εμφάνιση του fado έγινε το 1910 τη χρονιά που πραγματοποιήθηκε η πρώτη ηχογράφηση στη Λισαβώνα. Είκοσι χρόνια αργότερα σε ηλικία είκοσι χρόνων η μεγάλη Αμάλια Ροντρίγκες θα αρχίσει την καριέρα της στα σοκάκια της Αλφάμα συνθέτοντας τη μέχρι τότε παράδοση αυτής της τόσο πολυσυζητημένης αστικής μουσικής έκφρασης. Οι ηχογραφήσεις της (κάτι που δεν πρόλαβε να αφήσει η Μαρία Σεβέρα) αλλά και οι συμμετοχές της σε δεκάδες ταινίες θα την κάνουν κεντρική φυσιογνωμία όχι μόνο του fado αλλά και της σύγχρονης πορτογαλικής μουσικής. Η βαθιά γνώση της παράδοσης, αλλά και οι νεωτεριστικές της απόψεις θα γίνουν η πηγή έμπνευσης για τις καινούργιες φωνές του fado. Η Misia, η Dulce Pontes αλλά και η Cristina Branco συνέχισαν το δρόμο που άνοιξε η Αμάλια Ροντρίγκες, και κατάφεραν να κρατήσουν το fado έξω από τα στενά σύνορα της Πορτογαλίας.
ΑΜΑΛΙΑ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΣ
«Δεν τραγουδάω τα φάντο. Εκείνα τραγουδούν μέσα μου», έλεγε η Αμάλια Ροντρίγκες. Και όμως. Τα μελαγχολικά λαϊκά τραγούδια της Πορτογαλίας που μιλούν για τη μοίρα (fado άλλωστε είναι η μοίρα, το πεπρωμένο στα πορτογαλέζικα), τον έρωτα και, κάποτε, για τα παιχνίδια της ζωής, έγιναν το μουσικό «χαλί» της εξηντάχρονης καριέρας της. Εκείνη αναδείχθηκε σε «πρέσβειρα των φάντο» και σε «βασίλισσα των φάντο» και, από την άλλη πλευρά, ανέδειξε τα τόσο ιδιαίτερα αυτά τραγούδια σε «πρεσβευτές» της μουσικής της Πορτογαλίας. Αμάλια Ροντρίγκες σήμαινε φάντο και φάντο σήμαινε Αμάλια Ροντρίγκες. Ανάλογές της δε, ήταν μόνον η Εντίθ Πιάφ για τη Γαλλία, η Μερσέντες Σόσα για την Αργεντινή, η Μπίλι Χόλιντεϊ για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την τζαζ...
Γεννημένη το πρωινό της 1ης Ιουλίου 1920 στη Λισαβώνα, η Αμάλια Ροντρίγκες τραγουδούσε, παιδάκι ακόμα, στις γειτονιές, λαϊκά τραγούδια (cantigas populares) και επιτυχίες από το σινεμά. Παρά τη βροντερή φωνή της, οι γείτονες δεν ενοχλούνταν και η μικρή Αμάλια γυρνούσε στο σπίτι πάντα με καραμέλες στα χέρια. Τα οικονομικά της οικογένειας δεν ήταν καθόλου καλά και έτσι αναγκάστηκε, μαζί με την αδελφή της Τσελέστε και τη μητέρα της, να πουλάει φρούτα στην αγορά Cais de Rocha, συνεχίζοντας όμως πάντα να τραγουδά.
Καθώς η φήμη της εξαπλωνόταν, το 1936, της προτάθηκε να εκπροσωπήσει τη συνοικία Αλκαντάρα σε πανεθνικό διαγωνισμό φάντο. Στις πρόβες τραγούδησε τόσο καλά, που οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δήλωσαν πως θα απόσχουν. Οι διοργανωτές αποφάσισαν λοιπόν να της απαγορεύσουν εφεξής να λαμβάνει μέρος στον διαγωνισμό!
Το 1939 ο ιδιοκτήτης του περίφημου κέντρου της Λισαβώνας «Retiro da Severa» την κάλεσε στο σπίτι του και της πρότεινε να εμφανίζεται κάθε βράδυ στο μαγαζί του. Η φήμη της ξεπερνά, μέσα σε μικρό διάστημα, εκείνην ακόμη και καθιερωμένων fadistas (ερμηνευτών των φάντο), όπως η Μπέρτο Καρντόσο και ο Αλφρέντο Μαρκενέιρο και όλα τα - διάσημα - κέντρα πέφτουν στα πόδια της.
Η φήμη της περνά ακόμη και τα σύνορα και φτάνει ως την Ισπανία του Φράνκο. Το 1943 την προσκαλούν στη Μαδρίτη κι εκείνη ξεδιπλώνει το ταλέντο της, όχι μόνον στα φάντο, αλλά και στο φλαμένκο και σε ισπανικά τραγούδια από τη θρυλική ταινία «Camen de la Triana» και σε μεξικάνικα, γαλλικά, έως και στο «Summertime» του Γκέρσουιν. Η φωνή και οι ερμηνείες της σπάνε πια το φράγμα της γλώσσας.
Οι επόμενες, διεθνείς, περιοδείες της τη φέρνουν ως τη Βραζιλία, το 1945, όπου πρωτολανσάρει τη μεγάλη της επιτυχία «Ai Mouraria». Στο μεταξύ εμφανίζεται στο θέατρο, ερμηνεύοντας ρόλους... φαντίστας. Γνωρίζεται εκεί και με τον συνθέτη των μεγάλων της επιτυχιών Φρεντερίκο Βαλέριο, αλλά και με σημαντικούς ποιητές της εποχής, που της γράφουν στίχους και το 1946 έρχεται το κινηματογραφικό ντεμπούτο της στην ταινία «Capas Negras», ενώ ως το 1954 κάνει και την πρώτη της εμφάνιση σε ένα μικρό ρολάκι στη γαλλική ταινία «Οι εραστές του Τάγου» και κερδίζει, οριστικά, την καρδιά των Γάλλων, που ήδη την έχουν χειροκροτήσει στις ευρωπαϊκές περιοδείες της. Η μεγάλη συναυλία της, το 1956, στο περίφημο «Ολυμπιά» του Παρισιού σφραγίζει και τη διεθνή - εφεξής - καριέρα της και ως «πρέσβειρας των φάντο». Η μεγάλη Κυρία είναι πια η διεθνής Κυρία. Και έχει κατακτήσει την αγάπη και τον θαυμασμό όλων των λαών της υφηλίου. Είναι πια ίνδαλμα έως και στη μακρινή Ιαπωνία.
Συμμετέχει στο βρετανικό ντοκιμαντέρ «Απρίλιος στην Πορτογαλία», που κάνει σουξέ το τραγούδι «Coimbra», με θέμα την αλέγκρα ζωή των φοιτητών στο ιστορικό πανεπιστήμιο της ομώνυμης πόλης, ενώ έχει ήδη τεράστια επιτυχία, διεθνώς, με το «Una casa portuguesa» και το - παλιό - «Lisboa Antigua». Ηχογραφεί ασταμάτητα. Οι δίσκοι της είναι πλέον αμέτρητοι. Εκδόσεις σε όλες τις γλώσσες της υφηλίου. Εκατοντάδες. Χιλιάδες. Ακούστε την στη θρυλική «Carmencita», στο μελαγχολικό «Solidao», που ξανάγινε πρόσφατα επιτυχία, ως «Can cao do Mar» από τη - διεθνή πλέον - Ντούλσε Πόντες (και ακούστηκε στην ταινία «Φόβος ενστίκτου», με τον Ρίτσαρντ Γκιρ). Ακόμη, στο σπάνιο, δραματικό, «Confesso» ή στο συγκινητικό «Que Deus me perdoe» και στο «Mio amor', mio amor'» (στα ιταλικά). Σε ερμηνείες που διαπερνούν τα - φυσικά - όρια του βινυλίου ή και του CD...
Όπως και η θρυλική φαντίστα του 19ου αιώνα Μαρία Σεβέρα Ονοφριάνα, η Αμάλια (όπως την αποκαλούν πια οι θαυμαστές της) ανοίγει νέους ορίζοντες, εισάγοντας στίχους μεγάλων ποιητών της πατρίδας της στα φάντο, αλλά και - το πιο προκλητικό - τους στίχους του εθνικού έπους της Πορτογαλίας «Os Lusiadas» του Λουίς Βαζ ντε Καμόες (πέθανε στις 10 Ιουνίου του 1580 και η μέρα του θανάτου του είναι εθνική εορτή για τη χώρα των φάντο). Και αυτό το τόλμησε το 1965, στη διάρκεια της σκληρής δικτατορίας του Σαλαζάρ.
Μετά την Επανάσταση των Γαριφάλων, το 1974, η Αμάλια κατηγορήθηκε ως ευνοούμενη του - πρώην - φασιστικού καθεστώτος, αλλά και για τις (άλλοτε) μυστικές επαφές της με τον δικτάτορα της Ισπανίας Φράνκο. Οι δε φήμες πως ήταν αντιφρονούσα προς το νέο καθεστώς της Πορτογαλίας, προκάλεσαν την απομόνωσή της και στη συνέχεια τα πρώτα σημάδια της ασθένειας (κατάθλιψη), που τη βασάνιζε έως το τέλος της ζωής της.
Δεν το έβαλε κάτω, όμως. Και, αντιδρώντας, ηχογράφησε τη δική της εκδοχή στο τραγούδι που ήταν το σύμβολο της Επανάστασης της 25ης Απριλίου, «Grandola Vila Morena». Λίγο αργότερα - ύστερα και από την τεράστια επιτυχία του τραγουδιού - τής απονεμήθηκε ο τιμητικός Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Σαντιάγκο. Το 1989 γιόρτασε τα πενήντα χρόνια της καριέρας της με ένα θριαμβευτικό γκαλά, στη διάρκεια του οποίου βρέθηκαν μαζί της στη σκηνή διεθνείς προσωπικότητες, όπως ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα και η Σοφία Λόρεν.
Τα προβλήματα με την υγεία της, όμως, αυξάνονταν (δεν είχε ανακοινωθεί ποτέ επισήμως από τι ακριβώς έπασχε - όπως επίσης δεν έδωσε και χθες τα αίτια του θανάτου της η υπεύθυνη των δημοσίων σχέσεων της «βασίλισσας των φάντο», Βαλεντίν ντε Καρβάλιο).
Δυσκολευόταν να περπατήσει και αναγκαζόταν να... μεταφέρεται στη σκηνή των συναυλιών από δύο συνοδούς της, που την εναπέθεταν και στη συνέχεια επέστρεφαν και τη μετέφεραν στα παρασκήνια. Αυτή τη διαδικασία αντιμετώπισε και το κοινό του Ηρωδείου, τον Σεπτέμβριο του 1991, που την αποθέωσε σε ένα συγκινητικό πρόγραμμα - αναδρομή στην καριέρα της.
Η τελευταία της εμφάνιση σε συναυλία, ήταν στο γκαλά του τενόρου Πλάθιντο Ντομίνγκο, στη Λισαβώνα, στις 15 Ιουλίου 1998, όπου ήταν και η προσκεκλημένη επί τιμή. Στα είκοσί της χρόνια παντρεύτηκε έναν Πορτογάλο κιθαρίστα (από τον οποίο χώρισε πολύ γρήγορα) και το 1961 τον Βραζιλιάνο μηχανικό Σεζάρ Σεάμτρα (που πέθανε το 1997). «Τι είναι φάντο;», έλεγε. «Είναι το μυστήριο της ζωής, το μυστήριο του έρωτα. Ακόμη και το μυστήριο του θανάτου».
Η Αμάλια Ροντρίγκες τα τραγούδησε όλα. Και τα γνώρισε πια όλα...
ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΚΑΙ ΠΕΜΠΤΗ 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΣΤΙΣ 21.30
Πληροφορίες: ArtInfo
Για να δημιουργήσετε έναν σύνδεσμο σε αυτό το άρθρο και να το αναφέρετε / εμφανίσετε στο δικό σας blog/ιστολόγιο, website, άρθρο ή όπου αλλού θέλετε, μπορείτε να κάνετε copy & paste τον παρακάτω HTML κώδικα:
Θα εμφανίζεται ως εξής: Fado - αφιέρωμα στην Αμάλια Ροντρίγκες
|